ΣΤΡΙΝΤΖΗΣ ΛΕΜΕ ΚΑΙ ΚΛΑΙΜΕ!



Δεν έδεσε το καράβι των Λεβαντίνων στον Πόρο.

«Είχε καιρό» λέει.

Στην Σάμη είχε την ίδια ώρα μπουνάτσα.

Μισή ώρα δρόμο.

Αλλά σου λέει  ο μονο-καραβοκύρης:

«Και αύριο μέρα είναι,σιγά μην πάω στην Σάμη για 100 Κεφαλονίτες.Αυτοί αντέχουν να μείνουν μια νύχτα στην Κυλλήνη. Αστους και αύριο.»

Και τους άφησε.

Μωρέ  «Στρίτζης λέμε και κλαίμε».

Και θα κλαίμε.

Φταίμε βέβαια μόνο εμείς.

Ή καλύτερα μόνο Εσείς.

Όλοι όσοι έκαναν αγώνα να φύγουν τα Κεφαλονίτικα βαπόρια και να μείνουμε στο έλεος και στα χέρια των Λεβαντίνων.



Ο ΚΑΝΑΛΕΣ


Και φύγανε οι Στριτζαίοι και ήλθε ο Κανάλες.

Έκανε το δικό του εγχείρημα.

Ο Διονύσης ο Λυκούδης έχει μέσα του «τον διάολο που τον πειράζει». Συνήθως αφού γεμίσει την καρδάρα με γάλα της δίνει μία και την ριπίζει.

Εγώ γενικά είμαι άλλης νοοτροπίας και φανατικά εξ εκείνων που θα μπορούσα να του σπάσω το κεφάλι με την καρδάρα την ίδια αλλά…

Πάντα ταξίδευα με τα βαπόρια του «Κανάλε».

Κόντρα σε όσους ,πολλούς έκαναν και αγωνιζόντουσαν για το αντίθετο.

Κόντρα σε όσους, πολλούς, χάρηκαν όταν το εγχείρημα του ναυάγησε.

Έβλεπα μπροστά μου και βλέπω μόνο την Κεφαλονιά και τους Κεφαλονίτες.

Βέβαια υπήρχε και ο γνωστός «Κέρβερος» του Πόρου.



Ο ΚΕΡΒΕΡΟΣ


Όλοι γνωρίζουμε τον Κέρβερο, τον τερατώδη σκύλο από την Μυθολογία.

Φύλακας του Αδη με 50 κεφάλια και καμιά 100αριά μάτια και κάτι δοντάκια να τα δεις και να σου χυθούν τα μάτια.

Στο λιμάνι του Πόρου λοιπόν υπήρχε ο Κέρβερος του Πόρου και αλλοίμονο του που έκανε το λάθος να «περάσει» με τους Λεβαντίνους.

Ο Μπάμπης Ρωμάνος!

Ο Μπάμπης είναι «αλουπού».

Καθόταν μέσα στο κουβούκλιο των «Καναλέρος»  με απλωμένη την κοιλάρα του που είναι σαν τα Άγραφα και σταυρωμένα τα χέρια πως κοιμότανε.

Έχει όμως ο Μπάμπης ένα τουλάχιστον μάτι πάνω στο κούτελο.

Μου έτυχε.

Περνάω μια φορά με τους Λεβαντίνους.

Μαζί με έναν φίλο Δικηγόρο,. Ερχόμαστε από ένα καημό από τα Δικαστήρια της Πάτρας.

Βράδυ, τελευταίο δρομολόγιο.

«Πάμε γρήγορα να φύγουμε να μην μας δει ο Μπάμπης και έχουμε άλλα.» του είπα.

Βγήκαμε και φύγαμε σφαίρα. Με την άκρη του ματιού μου είδα τον Μπάμπη να «κοιμάται» στο κουβούκλιο.

Μάτια κλειστά, κοιλάρα απλωτή, ξαπλωτός να σπάσει την πολυθρόνα. «Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά».

«Γλυτώσαμε δεν μας είδε» είπα ο αφελής.


Μέχρι να φτάσω στην έξοδο του Λιμανιού κτυπά το τηλέφωνο.

Ο Μπάμπης:

«έλα που είσαι;»

«Να εδώ» ψέλλισα.

«Που εδώ;» ξαναρώτησε.

Δεν είχα πλέον κουράγιο ούτε να ψελλίσω.

«Κοίτα να δεις ,άλλα φορά μη μου κάνεις τον πονηρό, μην νομίζεις ότι δεν βλέπω και να το πεις και σε αυτό το κουνάβι τον Μιχαλάκη που είναι δίπλα σου».

Και για αυτό ταξίδευα με τον Κανάλε.

Για τον Μπάμπη, τον Γιάννη και τον Μάκη.

Αλλά κύρια γιατί είμαι Κεφαλλονίτης.

 

Υ.Γ.

Και βγαίνει το «Λεβάντε Πρέςς»να δικαιολογήσει την απαράδεκτη μεταχείριση των Κεφαλονιτών ταξιδευτών.

«Μα το Λιμάνι δεν είναι καλό και έχει και κάτι σκουριές και τι να κάνει ο Άνθρωπος…»

Μωρέ και στην Ζάκυνθο να μας πήγαινε ο Λεβάντες θα έβγαινε το «Πρεσαρισμένο» να πει:

«Αχ τι καλά μας πήγε στην χάρη του Αγίου Διονυσίου ,τι ωραία εκδρομή, πάντα τέτοια, μπράβο και πάλι μπράβο του!»

Αλλά η δημοσιογραφία δεν είναι σαν την μακαρονάδα.

Η πρώτη γράφεται με πέννα και αξιοπιστία.

Η δεύτερη τρώγεται με το πιρούνι»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.