Μιά ώρα αναμονής και ορθοστασίας.
Ήταν όμως χαρούμενος γιατί
επιτέλους τα κατάφερε.
“Where;”τον ρωτά ο κάθιδρος ταξιτζής που το λεξιλόγιο του στην Αγγλική
εξαντλείται στο : “Yes, No,
Where, Out”.
“Hotel “Never
again” Please” λέει ο
αισιόδοξος τουρίστας που νόμιζε ότι η είσοδος του στο ΤΑΞΙ έβαζε τέλος
στα βάσανα του.
“Άλλος γιά το Never Again;” φωνάζει στην ουρά των αναμενόντων ο κάθιδρος.
Από το βάθος της ουράς
προβάλουν δυο μαντράχαλοι που το αλκοόλ έτρεχε από τα αυτιά τους.
“Μάζεψε κυρά μου το παιδί που
το έχεις απλώσει να κάτσει ο άνθρωπος” διατάσσει σε άπταιστα Ελληνικά ο αγνός
ταξιτζής.
Το ύφος του δεν επιδέχετο
αμφισβήτηση και αντιρρήσεις.
“Το μάζεψε” το παιδί και
ξάπλωσε δίπλα της και λίγο πάνω της ο νέος επιβάτης που βρωμούσε και έζεχνε
περισσότερο από τον οδηγό.
Άντε και ξεκινήσαμε.
Το κινητό στο αυτί:
“yes wait coming” η επόμενη κούρσα κανονίζεται.
Μάλλον η επόμενη πτήση γιατί ο
επαγγελματίας κάνει την κούρσα με ταχύτητα 150 χιλιομέτρων μέσα σε ένα χωριό με
περιπατητές παντού.
“Άντε ρε
κακομοίρη, μέριασε, ηλίθιε,’άσχετε, ατζαμή”ο πιλότος.
Ένα ταξί -σέικερ.
Στην στροφή το παιδί βρέθηκε
στα πόδια του άγνωστου συνεπιβάτη,ο σύζυγος πάνω στην σύζυγο και μετά ο
“ντίρλα” στο μεθύσι πάνω στον σύζυγο που βρισκόταν ο μισός στο μπροστινό
κάθισμα και ο άλλος μισός στο πάτωμα.
Μέσα στον “θάλαμο” ακούγονται τα
“sorry” των επιβατών ανάκατα με τα “καντήλια” του
οδηγού- αστροναύτη που θεωρούσε ΄τι ο δρόμος του ανήκει και φτιάχτηκε μόνο γιά
αυτόν.
Και φτάνουν στο “Never Again”.
Το κατάλαβαν από ένα τρομακτικό
φρενάρισμα που έφερε όλους τους επιβάτες στο μπροστινό κάθισμα σε ένα κουβάρι .
“How match please;”ρωτά ο παραθεριστής μέσα στην παραζάλη του,που
περίμενε ότι θα υπάρχει σχετική ένδειξη και χρέωση στο ταξίμετρο.
Ένα ταξίμετρο που δεν έχει
χρησιμοποιηθεί από κατασκευής.
“Δεν βλέπεις κύριος; 8 ευρώ”
Και του κολλάει στο μουσούδι
μιά ανυπόγραφη πινακίδα-τιμολόγιο που έχει κατασκευάσει μόνος του ο ταξιτζής
και που θα έπρεπε”ο κύριος να βλέπει”.
“8 ρε, 8 άντε γιατί έχουμε
δουλειά”.
Μέχρι να βγάλει “ο κύριος που
δεν έβλεπε”χρήματα από το πορτοφόλι ,αφού ο
ταξιτζής δέχεται μόνο μετρητά,’έχει προλάβει να πάρει από τους μη δυνάμενους
λόγο μέθης να ξεχωρίσουν το 10ρικό από το 20σάρι, ένα χαρτονόμισμα που το
βάπτισε δεκάρικο.
Ο δύσμοιρος επιβάτης δίνει το
δεκάρικο του και περιμένει τα ρέστα του.
“Τι με πέρασες ρε, Τράπεζα; 8 ρε
8, που να βρω ρέστα.
Ρε με τον κάθε γύφτο. Ρε έχετε μπει ποτέ σε Μερσεντές; λιγούρηδες”.
Και ξεκινά σπινάροντας γιά νέες
περιπέτειες.
Και έμεινε ο παραθεριστής στην
μέση του δρόμου.
Χωρίς βέβαια να πάρει τα ρέστα
του.
Ανακατεμένος, λεηλατημένος, προσβεβλημένος
αλλά και αποφασισμένος :
“Never again στο Never again”
Υ.Γ η Ιστορία αυτή δεν απέχει
από την πραγματικότητα. Οι διαφορές έγκεινται σε ασήμαντες λεπτομέρειες.